Του Δρ Φαίδωνα Μαλιγκούδη
Η σλαβική ονοματοδοσία της μακεδονικής μητροπόλεως δεν έχει μέχρι σήμερα διευκρινισθεί ικανοποιητικά. Όλες οι προσπάθειες ετυμολόγησης του σλαβικού ονόματος Solun ξεκινούν από την προϋπόθεση ότι αυτό προήλθε είτε από τον δημώδη τύπο Σαλονίκη[11], είτε από τον τύπο Saruna της Αρωμουνικής[12]. Η ερμηνεία όμως αυτή προσκρούει σε μιαν ανυπέρβλητη, κατά τη γνώμη μου, δυσκολία, μια και δεν μας παρέχει μιαν ευλογοφανή εξήγηση, γιατί αποβλήθηκε η κατάληξη -ικη στα σλαβικά. Η επικρατέστερη από τις παρόμοιες προσπάθειες ετυμολόγησης (η οποία διατυπώθηκε πριν από 60 περίπου χρόνια από τον βούλγαρο γλωσσολόγο Stojan Romanski) [13] λαμβάνει, μάλιστα, ως δεδομένο ένα -εξωγλωσσικό φαινόμενο, το οποίο είναι αδύνατο να καταδειχθεί: κατά το βούλγαρο γλωσσολόγο οι Σλάβοι, ακούγοντας τον τύπο * Σαλουνίκ’ εξέλαβαν την κατάληξη -ικ(η) ως υποκοριστικό επίθημα και, επειδή τους φαινόταν παράλογο να χρησιμοποιούν για μια μεγαλούπολη ένα υποκοριστικό όνομα, απάλειψαν με την καθημερινή χρήση του ονόματος την «υποκοριστική» κατάληξη –ικη[14].
Η λύση, ωστόσο, είναι απλούστερη και ανταποκρίνεται απόλυτα στη μορφολογία των σλαβικών γλωσσών:
το όνομα Solun αποτελεί παράγωγο που σχηματίστηκε από το προσηγορικό solb = «αλάτι» μέσω του επιθήματος -un. Θα μπορούσαμε λοιπόν, περνώντας στο σημασιολογικό περιεχόμενο του ονόματος, να συμπεράνουμε ότι η Θεσσαλονίκη ήταν για τους Σλάβους η «πόλη του αλατιού», ερμηνεία που ενισχύεται, άλλωστε, από μαρτυρίες του 7ου αι. για την ύπαρξη μεγάλων αλυκών στην πόλη του Αγίου Δημητρίου[15].Αξίζει, όμως, να σημειωθεί εδώ ότι η ονοματοδοσία αυτή δεν φέρει ένα από τα επιθήματα, με τα οποία σχηματίζονται τα συνήθη σλαβικά τοπωνύμια. Το επίθημα -un, όπως πολύ πειστικά έδειξε ο R. Jakobson[16], χαρακτηρίζει κατά την πρώιμη αυτή περίοδο (7ος αι.) αποκλειστικά τα θεοφόρα και τα μυθολογικά ονόματα της Κοινής Σλαβικής. Θα μπορούσε, λοιπό, να υποθέσει κανείς ότι οι «βάρβαροι» εξωτερίκευσαν το δέος με το οποίο αντίκρυζαν την «πόλη του αλατιού»[17] (πολύτιμου οικονομικού αγαθού για την εποχή εκείνην), προσδίδοντας σ' αυτήν ένα όνομα-ταμπού;
Θα διστάζαμε ίσως ν' απαντήσουμε καταφατικά, αν δεν μας ενεθάρρυνε η ύπαρξη ενός δεύτερου, ταυτόσημου τεκμηρίου στον ελληνικό χώρο: η σλαβική ονομασία της Λαμίας, πόλης που δεσπόζει στον σιτοβολώνα της Α. Στερεάς, είναι Zitun ( = Ζητούνι). Τοπωνύμιο που, μορφολογικά, έχει την ίδια προέλευση, μια και σχηματίστηκε με το ίδιο ακριβώς επίθημα (-un) από το σλαβικό προσηγορικό zito = «σιτάρι».
Το σημειωτικό ζεύγος «ψωμί - αλάτι» που αντανακλάται από τα δύο σλαβικά τοπωνύμια έχει αρχέγονες ρίζες στη σλαβική παράδοση και επιβιώνει μέχρι τις μέρες μας ως τελετουργικός συμβολισμός κατά την τιμητική υποδοχή των ξένων. Η ανίχνευση του στον προφορικό κώδικα των Σλάβων εκείνων, που διεισδύουν στον ελλαδικό χώρο ως έποικοι και καλλιεργητές, θα μας επέτρεπε ίσως να δούμε κι εμείς σήμερα από τη δική τους σκοπιά το νέο κόσμο που θα τους περιβάλλει, μέχρις ότου απωλέσουν οριστικά την εθνο γλωσσική τους ταυτότητα.
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ
[11]-Για τη μεταβολή Θεσσαλονίκη - Σαλονίκη πβ. τελευταία Α.Ι. Θαβώρης, Θεσσαλονίκη - Σαλονίκη. Η ιστορία του ονόματος της πόλης. Εν: Η Θεσσαλονίκη 1 (1985), σ. 1-21. Η αρχαιότερη γραπτή μνεία του τύπου Σαλονίκη είναι εκείνη μιας, λανθάνουσας σήμερα, επιγραφής της 3ης-4ης δεκαετίας του 9ου αι., πβ. V. Besevliev, Zur Deutung der protobulgarischen Inschrift von Vassilika, Chalkidike. Ev: Jahrbuch der Osterreichischen Byzantinistik 35 (1985), σ. 143 κ.ε.
[12]-P. Skok, Ετυμολογικό λεξικό της Σερβοκροατικής (σερβο-κρατ.), τ. 3, Zagreb 1973, σ. 305 (λήμμα Solun).
[13]-Δημοσιεύθηκε βουλγαρικά σε άρθρο στο περιοδικό Makedons-ki Pregled τ. V, 2 (1929), σ. 78 κ.ε. Πβ. επίσης Β. Gerov, Zur Frage nach der altbulgarischen Form des Namens der Stadt Saloniki. Ev: Recueil dedie a la memoire du Prof. Peter Nikov, Σόφια 1940, σ. 126-133.
[14]-To πειστικότερο αντεπιχείρημα που μπορεί να προβάλει κανείς σ' αυτήν την ερμηνεία, το αντλούμε από την ιστορική πράξη: το αρχαίο όνομα της σημερινής πρωτεύουσας της Βουλγαρίας, η πόλις Σαρδική (ή Σερδική) της Κάτω Μοισίας διατήρησε την κατάληξη -ικη (σε ουρανωμένη μορφή) και στα Σλαβικά: Σαρδική > * Serd c > Sre-dec.
[15]-Πρόκειται για την επιγραφή του έτους 688 που μαρτυρεί την ύπαρξη αλυκών στα δυτικά της Θεσσαλονίκης. Πβ. Α. Vasiliev, An Edict of the Emperor Justinian II, September, 688. Ev: Speculum XVIII, 1 (1943), σ. 1-13.
[16] -Πβ. του ιδίου, Linguistic Evidence in Comparative Mythology. Ev: R. Jakobson, Selected Writings, τ. 7, Βερολίνο - Ν. Υόρκη 1985, σ. 19-20.
[17]-Πβ. τις πολύ εύστοχες παρατηρήσεις που διατυπώθηκαν πρόσφατα: τα τείχη της μεγαλούπολης ενέπνεαν στους Σλάβους ένα θρησκευτικό δέος, μια και γι' αυτούς ήταν κάτι το πρωτόγνωρο. (W. Pohl, Die Awaren. Ein Steppenvolk in Mitteleuropa, Μόναχο 1988, σ. 105).
http://akritas-history-of-makedonia.blogspot.com/2011/05/solun.html#more
- http://phmalingoudis.blogspot.com/2008/07/blog-post.html
- «Ελληνισμός και Σλαβικός Κόσμος», Βάνιας, 2006, σελ 122-125
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου