Σήμερα, τουλάχιστον στο Δυτικό πολιτισμό, όταν ακούμε για το Βούδα, μας έρχεται στο νου η εικόνα ενός ασκητή, που διαλογίζεται σε στάση γιόγκα, με εκείνο το μειδίαμα στα χείλη.
Τι ήταν όμως τελικά ο Βούδας; Ήταν Μύθος; Ήταν ιστορικό πρόσωπο; Ήταν άνθρωπος; Ήταν Θεός;
Σύμφωνα με τις βουδιστικές πηγές, αναφέρεται ότι ο Βούδας (που στην αρχή ονομάζονταν Σιντάρντα Γκωτάμα) γεννήθηκε το 563 π.Χ. στο Καπιλαβαστού της Ινδίας. Πατέρας του ήταν ο Σουντοντάνα, κυβερνήτης της φυλής των Σάνκχια και μητέρα του η Μάχαμάγια. Όταν η Μάχαμάγια γέννησε το Σιντάρτα, δέχτηκε την επίσκεψη πολλών αστρολόγων και σοφών, οι οποίοι θέλησαν να προμαντέψουν την τύχη του νεογέννητου. Οι πιο πολλοί συμφώνησαν ότι το παιδί δεν ήταν προορισμένο για κυβερνητικά αξιώματα αλλά ότι θα αποκτούσε τη Φώτιση, τη «Μπούντα». Ο Σουντοντάνα τότε ανησύχησε γιατί είχε άλλα σχέδια για το γιο του- ήθελε να τον κάνει αυτοκράτορα-διάδοχό του. Έτσι πήρε υπερπροστατευτικά μέτρα για να εμποδίσει το Σιντάρτα να δει τα 4 σημάδια που σύμφωνα με την προφητεία, θα τον ωθούσαν να απαρνηθεί τον κόσμο και το βασίλειο για την αναζήτηση της Αλήθειας και τη συνειδητοποίηση της πραγματικής ζωής.
Ο Σιντάρτα μεγάλωσε, λοιπόν, μέσα στα πλούτη, τις ανέσεις και τις ηδονές, χωρίς ποτέ να βγει από το βασίλειό του κι έτσι να γνωρίσει τα κακά και τις δυστυχίες του κόσμου. Παρόλες τις αυστηρές όμως προφυλάξεις του πατέρα του, το μοιραίο συνέβη σε μια έξοδο του Σιντάρτα από το βασίλειο που ήταν κλεισμένος, κι έτσι αντιμετώπισε σταδιακά τα 4 σημάδια: έναν γέρο, έναν άρρωστο, έναν νεκρό κι έναν άγιο - δηλαδή τα γηρατειά, την αρρώστια, το θάνατο και την προσπάθεια του φιλοσόφου να βρει μια λύση σ’ όλα αυτά. Η καρδιά του Σιντάρτα συγκλονίστηκε και συγκινήθηκε. Ο πόνος του ήταν μεγάλος όταν πληροφορήθηκε πως κανείς άνθρωπος δε μπορεί να ξεφύγει απ’ αυτές τις καταστάσεις.
"Πώς μπορώ να είμαι χαρούμενος, όταν γύρω μου υπάρχουν όντα που γερνούν, αρρωσταίνουν και πεθαίνουν;"
Έτσι μπρος στο πρόβλημα του ‘γιατί’ της ύπαρξης, του ‘γιατί’ του πόνου και χάρη στη συμπόνια του για τους ανθρώπους, απαρνήθηκε τα πλούτη και τις ηδονές του, εγκατέλειψε την οικογένειά του και το Βασίλειο και αφοσιώθηκε στην αναζήτηση της Αλήθειας.
Έγινε, λοιπόν, Σανυάσι δηλαδή μοναχός-ασκητής, και γυρνούσε από δάσκαλο σε δάσκαλο αλλά δεν έπαιρνε την απάντηση που ήθελε. Αναλώθηκε επί χρόνια σε αυστηρή πειθαρχία, σε διαλογισμούς, σε ασκήσεις αλλά μάταια. Όταν είδε ότι δεν κατάφερνε τίποτα του πέρασε από το μυαλό ο πειρασμός να τα αφήσει όλα αυτά και να ξαναγυρίσει στην παλιά ζωή του. Ο ίδιος όμως μετά το απόρριψε, λέγοντας ότι:
"Ο θάνατος είναι καλύτερος από μια ζωή φυτού μες την αμάθεια, είναι καλύτερα να πεθάνει κανείς στο πεδίο της μάχης παρά να ζει μια ζωή ηττημένου."
Συνέχισε τις ασκήσεις και τους διαλογισμούς του αλλά είχε εξασθενίσει τόσο πολύ, αφού έτρωγε μονάχα κάτι ρίζες και καρπούς, που κινδύνεψε να πεθάνει. Τον έσωσε η κόρη ενός βοσκού που περνούσε από κει και του πρόσφερε μια κούπα ρύζι να φάει. Ο Σιντάρτα το έφαγε, δυνάμωσε αμέσως και κατάλαβε πως οι ακραίες καταστάσεις δεν είναι ευεργετικές: ούτε η υπερβολική αυστηρότητα από τη μια αλλά ούτε κι οι υπερβολικές ηδονές από την άλλη οδηγούν στην Απελευθέρωση και στη Σοφία. Μονάχα η Ατραπός του Μέσου είναι σύμφωνη με την Ατραπό του Νόμου, του Δαρμάν.
Έτσι, δυναμωμένος πλέον, συνέχισε τους διαλογισμούς του. Αντιμετώπισε ένα πλήθος δοκιμασιών κι εμποδίων από το Μάρα, άρχοντα των επιθυμιών, του θανάτου κι εχθρού της αλήθειας (κάτι αντίστοιχο με το Διάβολο στον Χριστιανισμό). Ο Μάρα, συνοδευμένος από τις 3 κόρες του, τους πειρασμούς, κι ένα πλήθος κακοποιών δαιμόνων έκανε τα πάντα για να τρομάξει το Σιντάρτα αλλά αυτός σταθερός σαν βράχος δεν επηρεάστηκε καθόλου. Ξεπέρασε όλα τα εμπόδια και τους πειρασμούς που του έβαλε και τελικά κατάφερε να φωτιστεί κάτω από το δέντρο Βoddhi, το δέντρο της Σοφίας συμβολικά. Κι από Σιντάρτα έγινε Βούδας δηλ. ‘Φωτισμένος’.
Βλέπουμε λοιπόν ότι ο Βούδας δεν ήταν ούτε Θεός ούτε κάποια ενσάρκωση του. Ήταν μόνο ένα ανθρώπινο ον, που εξαιτίας της συμπόνιας του για τα όντα που υποφέρουν πέρασε όλες αυτές τις δυσκολίες και τις κακουχίες. Κατάκτησε την απελευθέρωση, τη Νιρβάνα, όχι για χάρη του αλλά για χάρη της ανθρωπότητας. Και μάλιστα βουδιστικές πηγές αναφέρουν ότι αρνήθηκε να μπει στη Νιρβάνα μέχρι να μπει κι ο τελευταίος άνθρωπος. Υπάρχει μεγαλύτερη θυσία απ’ αυτή;
Φωτισμένος πλέον ο Βούδας πραγματοποίησε την πρώτη του διδασκαλία στο Μπεναρές, στους 5 ασκητές με τους οποίους πέρασε ένα μέρος της αναζήτησής του παλαιότερα. Τους μίλησε για τις 4 μεγάλες αλήθειες που είχε ανακαλύψει.
H πρώτη από τις 4 Μεγάλες Αλήθειες είναι αυτή που αναφέρεται στο Ντούκχα, δηλαδή στον πόνο και στη συνειδητοποίηση του πόνου.
"Και να, Ω Μπίκου, η Ευγενής Αλήθεια για τον πόνο:
Η γέννηση είναι πόνος, τα γηρατειά είναι οδυνηρά
Η αρρώστεια είναι οδυνηρή, ο θάνατος είναι οδυνηρός,
Το άγχος, η στενοχώρια είναι οδυνηρά.
Η ένωση με το δυσάρεστο είναι οδυνηρή, ο αποχωρισμός από αυτά που αγαπάμε είναι οδυνηρός. Οδυνηρό είναι να μην αποκτούμε αυτά που επιθυμούμε."
H δεύτερη αναφέρεται στην αιτία του πόνου:
"Αυτό που μας οδηγεί στο να ξαναγεννιόμαστε είναι η δίψα, που συνοδεύεται από την προσκόλληση στην ευχαρίστηση, βρίσκοντας την ευχαρίστηση εδώ κι εκεί, είναι η δίψα της επιθυμίας, η δίψα της ύπαρξης, η δίψα της ανυπαρξίας."
Ίσως φαίνονται πεσιμιστικά αυτά που είπε ο Βούδας αλλά για να καταλάβουμε λίγο καλύτερα τις 2 πρώτες Αλήθειες, ας θυμηθούμε το Μύθο του Αδάμ και της Εύας. Ο Αδάμ κι η Εύα ζούσαν ευτυχισμένοι στον παράδεισο κοντά στο Θεό αλλά τελικά φάγανε το απαγορευμένο μήλο από το δέντρο της γνώσης κι έτσι ξέπεσαν απ’ το βασίλειο του πνεύματος στο βασίλειο της ύλης, έχασαν την αγνότητά τους, έχασαν εν μέρει την επαφή τους με το Θεό, άρχισαν να γνωρίζουν το καλό και το κακό και να επιλέγουν ανάμεσα σ’ αυτά, άρχισαν να πονάνε.
Παρόμοιους μύθους για τον άνθρωπο συναντάμε σ’ όλες σχεδόν τις μεγάλες Θρησκείες, όπως και στο Βουδισμό, όπου εν ολίγοις αφήνεται να εννοηθεί το εξής: Ότι ενώ οι άνθρωποι στην αρχή ζούσαν σύμφωνα με τη θεϊκή τους φύση, ήσαν αυτόφωτα, πνευματικά όντα, άρχισαν να επηρεάζονται και να έλκονται από την ύλη, μέχρι που τελικά ξέπεσαν και βουτήχτηκαν στην ύλη, μπήκαν σε σώματα ζώων κι άρχισαν να υπόκεινται στη γέννηση και στο θάνατο, στο νόμο της αιτιότητας (κάρμα). Έτσι το όλο πεπρωμένο του ανθρώπου, όλος ο στόχος του, όλος ο αγώνας του, είτε το ξέρει είτε όχι, είτε είναι συνειδητός αυτού είτε όχι, είναι να απελευθερωθεί από τα δεσμά και τη φυλακή της ύλης, μέσω της δικής του διάνοιας και δύναμης, μέσω των δικών του προσπαθειών. Ο αγώνας του ανθρώπου αποσκοπεί στη νίκη του Πνεύματος έναντι της ύλης, τη νίκη του Θεϊκού κι Αθάνατου μέρους του πάνω στο ζωικό και ενστικτώδες μέρος του, στην επιστροφή του στο πνευματικό βασίλειο, στην πρωταρχική πηγή του από όπου και προήλθε.
Πονάμε επειδή προσκολλόμαστε στην ύλη που είναι φυλακή για την πνευματική φύση μας. Πονάμε επειδή μάταια αναζητάμε την ευτυχία μας στην ύλη, αφού Ευτυχία είναι η ίδια πνευματική μας φύση. Μόνοι μας σκλαβωνόμαστε, αλυσοδενόμαστε και μόνοι μας απελευθερωνόμαστε. Μόνοι μας βάζουμε τα χέρια μας στα μάτια μας και μετά κλαίμε επειδή υπάρχει σκοτάδι. Έτσι τα λόγια του Βούδα δεν είναι απαισιόδοξα, πεσιμιστικά. Ο Βούδας γνωρίζοντας την αληθινή φύση του ή αν θέλετε, πιο σωστά, απελευθερωμένος από την άγνοια κι από τη λανθασμένη αντίληψη ενός ψεύτικου εαυτού, είναι σαν ένας γιατρός που βλέποντας την ασθένεια των ανθρώπων να ταυτίζονται με οτιδήποτε, έρχεται για να μας βοηθήσει να τη ξεπεράσουμε και να γιατρευτούμε. Η διδασκαλία του Βούδα είναι ρεαλιστική κι αντικειμενική. Δε μας τάζει παραδείσους ούτε μας φοβερίζει με κολάσεις κι αμαρτίες. Δεν είναι δόγμα, δεν είναι πίστη. Μας προσκαλεί στο να «ρθούμε και να δούμε» κι όχι στο «να έρθουμε και να πιστέψουμε». Μας δείχνει το Δρόμο αλλά εμείς είμαστε αυτοί που πρέπει να το βαδίσουμε.
Στις παραδοσιακές διδασκαλίες της Ανατολής και σε πολλές της Δύσης, ο άνθρωπος αποτελείται από 2 μέρη: ένα φθαρτό, μεταβλητό που υπόκειται στη γέννηση και το θάνατο μέρος, στους νόμους που διέπουν την ύλη, δηλ. την προσωπικότητά του, και σ’ ένα άφθαρτο, αιώνιο κι αθάνατο μέρος, δηλ. την αθάνατη ψυχή του ή πνεύμα αν το θέλετε.
Η Προσωπικότητα αποτελείται από τα εξής σώματα:
1. Αιθ/ικό: Είναι το φυσικό μας σώμα. Αποτελείται από φυσική ύλη γι’ αυτό και λέγεται ‘φυσικό’ και από τους αιθέρες που το μορφοποιούν και το σχηματοποιούν. Σε μια κιμωλία π.χ. η σκόνη είναι το φυσικό και οι αιθέρες είναι αυτοί που της δίνουν τη σχετική μορφή που έχει. Αν σπάσουν οι αιθέρες η κιμωλία γίνεται σκόνη. Όταν ένα σώμα πεθαίνει είναι αυτοί οι αιθέρες που σπάνε και αποσυντίθεται το υλικό σώμα.
2. Πρανικό (Ενεργειακό): Είναι η ζωτική ενέργειά μας που ξεχωρίζει ένα ζωντανό σώμα από ένα νεκρό σώμα.
3. Αστρικό (Συναισθηματικό): Είναι η έδρα των κατώτερων και υψηλότερων συγκινήσεών και συναισθημάτων μας. Στενά συνδεδεμένο με το Αιθ/κό μας σώμα και τις αισθήσεις μας είναι η έδρα των επιθυμιών και των ενστίκτων μας. Του αρέσει να νιώθει, να κραδαίνεται, να δέχεται τα ευχάριστα συναισθήματα και τις ηδονές και να αποφεύγει τα δυσάρεστα.
4. Κάμα- μάνας (Νους-Επιθυμιών ή συγκεκριμένος νους): Είναι ο συνηθισμένος μας, καθημερινός νους, ο υπολογιστικός νους, που στενά συνδεδεμένο με το Αστρικό λειτουργεί συχνά σαν υπηρέτης και εκτελεστής των επιθυμιών του.
ΑΘΑΝΑΤΗ ΨΥΧΗ Η΄ ΑΝΩΤΕΡΟ ΕΓΩ:
5. ΜΑΝΑΣ (αγνός νους): Είναι η αλτρουιστική Διάνοια στον Άνθρωπο. Σχετίζεται με τις αγνές κι ανιδιοτελείς σκέψεις κι ιδέες, με την Υπηρεσία στην Ανθρωπότητα. Είναι ο φωτισμένος νους που δε "βρέχεται" από τα νερά της ύλης κι από τις υλικές επιθυμίες.
6. ΒΟΥΔΙ: Είναι ο διαισθητικός φορέας όπου η Συνείδηση αντιλαμβάνεται τις Μεγάλες Αλήθειες άμεσα κι αυθόρμητα. Δεν υπάρχει δυαδισμός σε υποκείμενο κι αντικείμενο αλλά Ένωση με την Αλήθεια, χωρίς να λαμβάνει μέρος η λογική σκέψη.
7. ΑΤΜΑ (Πνεύμα ή καθαρή Βούληση): Είναι η κορυφή της ανθρώπινης εξέλιξης, ο θείος Σπινθήρας ο οποίος ενώνει τον Άνθρωπο με την Ουράνια καταγωγή του. Είναι η ρίζα της Δικαιοσύνης και του Καθήκοντος στον Άνθρωπο.
Οι διδασκαλίες, όπως και ο Βούδας, λένε να μην ταυτιζόμαστε με το σώμα μας. Δεν είμαστε το σώμα μας. Το σώμα μας είναι προορισμένο να γεννηθεί, να αρρωστήσει, να πεθάνει. Ο αληθινός Άνθρωπος δεν είναι το σώμα του, είναι αιώνιος, αθάνατος. Ταυτιζόμαστε με το σώμα μας γι’ αυτό και πονάμε ψυχολογικά όταν αρρωσταίνουμε ή όταν χτυπάει ή όταν χάνουμε κάποιο δικό μας συγγενικό πρόσωπο.
Ταυτιζόμαστε με την ενέργειά μας και συνεπώς δεσμευόμαστε απ’ αυτή. Όταν έχουμε ενέργεια και νιώθουμε καλά ξεκινάμε να κάνουμε τις δουλειές μας, τα καθήκοντά μας και όταν είμαστε πεσμένοι, όταν πέφτουν οι βιόρυθμοί μας τα αφήνουμε, τα αναβάλλουμε για μετά. Συνήθως πέφτουμε και σε κατάθλιψη, αν το παρατηρήσουμε.
Δεν είμαστε οι επιθυμίες μας λέει ο Βούδας. Ταυτιζόμαστε μ’ αυτές και γι’ αυτό πονάμε. Αν επιθυμώ κάτι και δεν το αποκτήσω, πονάω. Αν δεν επιθυμώ κάτι και το αποκτήσω, στενοχωριέμαι, μου είναι δυσάρεστο. Αν επιθυμώ κάτι και το αποκτήσω και δεθώ μαζί του, τότε θα πονέσω όταν το χάσω. Εμείς όμως ταυτιζόμαστε με τις επιθυμίες μας. Πασχίζουμε να τις ικανοποιήσουμε. Για τους περισσότερους μας η ευτυχία δεν είναι τίποτα άλλο από την εκπλήρωση των δεκάδων και λογιών επιθυμιών μας.
Δεν είμαστε λέει ούτε η χαρά ούτε η λύπη που νιώθουμε. Χαρά και λύπη είναι οι δυο όψεις του ίδιου νομίσματος, όπου βρούμε τη μια θα βρούμε και την άλλη.
Δεν είμαστε οι σκέψεις μας, οι ιδέες μας, οι πεποιθήσεις μας όσο μεγάλες κι αν είναι. Όλα αυτά είναι μεταβλητά, εφήμερα, αλλάζουν διαρκώς. Δεν έχουμε τις ίδιες σκέψεις μ’ αυτές που είχαμε όταν ήμασταν δέκα χρονών κι ούτε θα χούμε πιθανώς τις ίδιες ακριβώς μετά από δέκα χρόνια.
Ταυτιζόμαστε όμως μ’ αυτές, τις θεωρούμε ως αληθινές κι είμαστε έτοιμοι να συγκρουστούμε με τον καθένα που διαφωνεί με τις απόψεις μας. Είμαστε φανατικοί και προκαταλελημένοι και οι συγκρούσεις και οι πόλεμοι που γίνονται το αποδεικνύουν αυτό. Ειδικά στα θέματα Θρησκείας, όπου κάθε Θρησκεία πιστεύει πως αυτή κατέχει ολόκληρη την αλήθεια κι ότι οι άλλες είναι άχρηστες, ψεύτικες.
Ταυτιζόμαστε με τις σκέψεις μας. Μας έρχεται στο νου μια τυχαία, ηλίθια σκέψη, κακή σκέψη, καταθλιπτική και εμείς ταυτιζόμαστε μαζί της και πονάμε. Γιατί να είμαι υποχρεωμένος να υποστώ μια σκέψη που δεν θέλω να κάνω; Γιατί είμαι υποχρεωμένος να υποστώ τα δυσάρεστα συναισθήματά μου, που έρχονται και φεύγουν σαν τον άνεμο; Κάθε σκέψη, κάθε συναίσθημα, κάθε επιθυμία λέει "Εγώ είμαι ο εαυτός σου" και συχνά αντικρούεται με άλλες σκέψεις, μ’ άλλα εγώ. Κάθε σώμα της προσωπικότητας παριστάνεται ως τον εαυτό μας και αναλαμβάνει από μόνο του να κάνει τα δικά του. Το αιθ/ικό θα θέλει να τεμπελιάσει, να ξεκουραστεί όταν έχεις κάποια εργασία να κάνεις. Το πρανικό θα ισχυριστεί ότι δεν έχει ενέργεια, ότι είσαι κουρασμένος. Το αστρικό θα θέλει να ικανοποιήσεις κάθε του επιθυμία, κάθε λαχτάρα των αισθήσεων. Πολλές είναι οι φορές που παρασέρνει το νου στην ικανοποίησή του, σε αντίθεση με τη λογική, το καθήκον, τις ηθικές αξίες του ατόμου. Πολλές είναι οι φορές που χάνουμε τα λογικά μας, την κρίση μας όταν είμαστε θυμωμένοι. Πολλές είναι οι φορές που άλλα σκεφτόμαστε, άλλα νιώθουμε κι άλλα κάνουμε.
Αν ρίξουμε μια ματιά μέσα μας κι είμαστε ειλικρινείς θα δούμε ότι υπάρχει μεγάλη δυσαρμονία και σύγκρουση μέσα μας. Μέσα σ’ όλα αυτά εμείς που είμαστε; Ποιο είναι το αληθινό Εγώ μας; Ποιοι είμαστε; Μπορούμε να γίνουμε κύριοι τη προσωπικότητάς μας ή είμαστε καταδικασμένοι να είμαστε έρμαιο όλων αυτών που αναφέραμε?
Eίμαστε ευτυχισμένοι πραγματικά; Ζούμε αληθινά; Όλοι θέλουμε να είμαστε ευτυχισμένοι αλλά απ’ ότι φαίνεται δε ξέρουμε πώς να γίνουμε ευτυχισμένοι γι’ αυτό και πονάμε και γινόμαστε εγωιστές. Αναζητούμε την ευτυχία σε δευτερεύοντα κι ανούσια πράγματα όπως το να αποκτήσουμε όνομα, φήμη, δόξα, πλούτη, αμάξια, σπίτια κλπ. και το αποτέλεσμα είναι ο πόνος.
Ο Βούδας λέει: «Ο πόνος είναι φορέας συνείδησης». Αλήθεια, τι είναι ο πόνος; Αν πάρει καταλάθως το σώμα μου φωτιά, τότε νιώθω πόνο κι αμέσως τραβιέμαι μακριά από τη φωτιά. Ο πόνος που ένιωσα σ’ αυτή την περίπτωση με έσωσε. Άρα ο πόνος είναι καλός ή κακός; Ό Βούδας, λοιπόν, εννοεί ότι ο πόνος είναι αυτός που μας ειδοποιεί όταν παρεκκλίνουμε από το δρόμο μας, που μας κάνει να σκεφτούμε και να αναλογιστούμε πάνω σ’ αυτά που δεν κάνουμε καλά, να φιλοσοφήσουμε τη Ζωή και το νόημά της, έτσι ώστε να βελτιωθούμε και να ξαναπάρουμε το σωστό μονοπάτι.
Η Τρίτη μεγάλη Αλήθεια αναφέρεται στην εξάλειψη του πόνου, δηλ. στην εξάλειψη των επιθυμιών και των παθών, του μίσους, του σφάλματος και της άγνοιας της αληθινής μας φύσης.
Λέει άγνοια της αληθινής μας φύσης. Λέμε ότι ο Βούδας φωτίστηκε, γνώρισε τη Μεγάλη Αλήθεια, τη Νιρβάνα, την υπέρτατη Πραγματικότητα. Τι εννοούμε τώρα μ’ αυτά;
Στην Ανατολή υπάρχει η θεωρία της Μάγια που σημαίνει πλάνη κι αναφέρεται στην απατηλότητα του κόσμου, ότι δηλαδή όλος ο φαινομενικός, υλικός κόσμος, ορατός κι αόρατος είναι ψεύτικος, προσωρινός, μεταβλητός, φθαρτός. Λέγεται ότι με τις φυσικές μας αισθήσεις δε μπορούμε να γνωρίσουμε τα πράγματα και τα όντα αυτά καθαυτά στην ουσία τους, να διεισδύσουμε στον πυρήνα τους. Το μόνο που μπορούμε να αντιληφθούμε με τις αισθήσεις μας είναι το υλικό, μορφικό, εξωτερικό μέρος τους. Η Υπέρτατη Πραγματικότητα αναφέρεται στο ότι όλα τα όντα στην ουσία τους είναι ένα μεταξύ τους κι ένα με τη ουσία του Θεού από τον οποίο προήλθαν. Δηλ. κατά μια έννοια τα πάντα είναι Θεός. Έτσι σαν πνευματικά όντα είμαστε ένα μεταξύ μας αλλά σαν σώματα, σαν προσωπικότητες, σαν Γιώργος, Μαρία, σαν Έλληνας ή Γερμανός, σαν Χριστιανός ή σαν Βουδιστής ή σαν Μουσουλμάνος, διαφέρουμε.
Έτσι όλες οι δυστυχίες, τα κακά, οι εγωισμοί, οι πόλεμοι κλπ, προέρχονται απ’ το γεγονός ότι έχουμε άγνοια της αληθινής μας φύσης, της ενότητάς μας. Επειδή νομίζουμε ότι είμαστε χωριστά όντα, ξεκομμένος ο καθένας από τον άλλο κι ο καθένας αναλώνεται στις δικές του ιδιαίτερες, εγωιστικές επιθυμίες, στις δικές του χαρές και λύπες, αδιαφορώντας παντελώς για τους άλλους.
Όταν ο Βούδας φωτίστηκε, θυμήθηκε όλες τις προηγούμενες ζωές του, πόσες χιλιάδες φορές είχε γεννηθεί κι είχε πεθάνει, ότι στη μια ήταν πλούσιος-στην άλλη φτωχός, τη μια ήταν στο απόγειο της ευτυχίας και την άλλη σε βάσανα και δυστυχίες. Είδε τα αποτελέσματα των πράξεών του, καλά και κακά, και πόσο το δέσμευαν και τον ανάγκαζαν να ξαναγεννηθεί ξανά και ξανά μέχρι να απελευθερωθεί τελικά απ’ αυτά.
Να σημειώσουμε ότι στην Ανατολή πιστεύουν στο Νόμο του Κάρμα και της Μετενσάρκωσης. Τι μας λέει η θεωρεία του Κάρμα;
Είναι αυτό που έλεγε στο Μάτριξ, ο Μορφέας στο Νιο: Δράση και αντίδραση, αιτία και αποτέλεσμα. Κάθε δράση που κάνουμε προς μια ορισμένη κατεύθυνση, παράγει μια αντίδραση, έναν καρπό, ένα αποτέλεσμα που ξαναγυρνάει σε μας με την ίδια ένταση και βαθμό. Έτσι γενικά και χοντροκομμένα, αν κάνω μια καλή πράξη θα πάθω κάτι καλό ή αν κάνω μια κακή πράξη θα μου ξαναγυρίσει με κάποια άλλη ίσως μορφή. Κάτι σαν μπούμερανγκ! Έτσι ο άνθρωπος είναι δέσμιος των πράξεων του και υπεύθυνος για τις συνέπειές τους.
Η θεωρία της Μετενσάρκωσης είναι συμπληρωματική αυτής του Κάρμα. Σύμφωνα μ’ αυτήν οι ψυχές πεθαίνουν και ξαναενσαρκώνονται χιλιάδες φορές, ανά τους αιώνες, στον υλικό κόσμο, στο μεγάλο σχολείο της Ζωής, προκειμένου να πάρουν τις εμπειρίες και τα μαθήματα που τους χρειάζονται, να δοκιμαστούν και να δοκιμάσουν, και μέσω της Σοφίας που θα αποκτήσουν και των προσπαθειών τους να μπορέσουν να απελευθερωθούν απ' τα δεσμά της ύλης και του φαινομενικού κόσμου, από τις αυταπάτες τους και να ξαναεπιστρέψουν στη θεϊκή πηγή τους.
Κάθε δράση θα φέρει τον καρπό της αργά ή γρήγορα, σ’ αυτήν ή στις επόμενες ζωές και συνεπώς το άτομο δε γλιτώνει από τις συνέπειες των πράξεών του. Το Κάρμα και η Μετενσάρκωση μπορούν να εξηγήσουν τη φαινομενική αδικία που υπάρχει στον κόσμο. Αν κάνω μια αδικία θα υποστώ τις συνέπειές της σ’ αυτήν ή στις επόμενες ζωές. Αν ήδη υφίσταμαι μια ανεξήγητη αδικία, που μου ήρθε ξαφνικά από το πουθενά ή έχω διάφορα βάσανα, είναι επειδή εισπράττω τα αποτελέσματα από προηγούμενες ζωές. Έτσι ο νόμος του Κάρμα αν και δεν είναι ο ίδιος ηθικός, καταλήγει όμως στην ηθική αφού μας διδάσκει: ‘Να μην κάνουμε στους άλλους αυτό που δεν θέλουμε να μας κάνουν.’
Έτσι ο Βούδας όταν είδε πόσο μάταια ήταν αυτά, πόσο αλυσοδένουν και σκλαβώνουν τον πραγματικό Άνθρωπο, μίλησε για τη τέταρτη μεγάλη αλήθεια, για την ατραπό που οδηγεί στην εξάλειψη του πόνου, την Απελευθέρωση, που είναι η Μέση Οδός (επειδή αποφεύγει τα άκρα όπως αναφέραμε) ή Ευγενή Οκταπλή Ατραπός, η οποία αποτελείται από τα εξής σκαλοπάτια:
1. Ορθές αντιλήψεις
2. Ορθές αποφάσεις
3. Ορθές ομιλίες
4. Ορθή συμπεριφορά
5. Ορθά μέσα ζωής
6. Ορθή προσπάθεια
7. Ορθή σκέψη (Προσοχή)
8. Ορθή συγκέντρωση
Αυτοί οι 8 παράγοντες έχουν ως στόχο να ενισχύσουν και να τελειοποιήσουν τα 3 βασικά σημεία της βουδιστικής Μαθητείας και Πειθαρχίας: α) Ηθική συμπεριφορά β) Νοητική Πειθαρχία και γ) Σοφία.
Αντί όμως να εξηγήσουμε αναλυτικά το κάθε στάδιο, κάτι το οποίο θα μας πάρει αρκετό χρόνο, ας δούμε μερικές από τις συμβουλές που ο ίδιος ο Βούδας έδωσε στους μαθητές του:
«Όλες οι (νοητικές) καταστάσεις είναι αποτέλεσμα των όσων έχουμε σκεφτεί. Ο νους είναι ο κύριός τους κι αυτές δημιουργούνται από το νου. Ο άνθρωπος που μιλά ή δρα με νου που δεν είναι καθαρός, ακολουθείται από τον πόνο, όπως ακριβώς ο τροχός της άμαξας ακολουθεί την οπλή του βοδιού που τη σέρνει. Ο άνθρωπος που μιλά ή δρα με καθαρό νου, τον ακολουθεί η ευδαιμονία, σαν μια σκιά που ακολουθεί τον άνθρωπο και ποτέ δεν τον εγκαταλείπει».
«Με πρόσβαλλε, με χτύπησε, με μείωσε, με έκλεψε» Σ’ αυτούς που κάνουν τέτοιες σκέψεις το μίσος ποτέ δε θα πάψει.»
«Σ’ αυτόν τον κόσμο το μίσος δεν παύει ποτέ με μίσος. Το μίσος παύει μόνο με την Αγάπη. Αυτός είναι ένας αιώνιος νόμος».
«Δε θα έπρεπε κανείς να κοιτάζει τα λάθη των άλλων, τι έκαναν και τι δεν έκαναν, αλλά μάλλον να βλέπει τι έκανε και τι δεν έκανε ο ίδιος.»
«Κακιά πράξη είναι αυτή που φέρνει τύψεις και που ο καρπός της συλλέγεται με θλίψη.»
«Σαν το βράχο τον ατάραχο μέσα στην καταιγίδα, έτσι ο σοφός μένει ατάραχος στον έπαινο και στην επίκριση.»
«Λίγοι άνθρωποι φτάνουν στην απέναντι όχθη. Οι υπόλοιποι απλώς τρέχουν πάνω κάτω σ’ αυτήν την πλευρά της στεριάς.»
«Ακόμα κι αν κάποιος τύχει να νικήσει χίλιους εχθρούς σε χίλιες μάχες, εκείνος που θα νικήσει τον εαυτό του είναι ο μεγαλύτερος κατακτητής».
«Μόνος του ο άνθρωπος κάνει το κακό. Μόνος του μολύνεται. Μόνος του ο άνθρωπος αποφεύγει το κακό. Μόνος του εξαγνίζεται. Η αγνότητα και η μη αγνότητα εξαρτώνται από τον εαυτό. Κανένας δε μπορεί να εξαγνίσει τον άλλο.»
«Ας ζούμε χαρούμενα ανάμεσα σ’ αυτούς που μισούν, χωρίς να μισούμε. Ας είμαστε απαλλαγμένοι από το μίσος ανάμεσα σ’ αυτούς που μισούν.»
«Αυτός που συγκρατείται και δεν οργίζεται σαν τον αμαξηλάτη που οδηγεί μια γρήγορη άμαξα, είναι αληθινά οδηγός. Οι άλλοι απλώς βαστούν τα ηνία.»
Με βάση όλα τα παραπάνω που διαβάσαμε, βλέπουμε λοιπόν, ότι η διδασκαλία του Βούδα δεν απευθύνονταν μόνο στην εποχή στην οποία έζησε αλλά είναι διαχρονική, όπως εξίσου διαχρονική είναι και η διδασκαλία του Χριστού όταν μας λέει να ‘Αγαπάμε αλλήλους’, όπως εξίσου διαχρονική είναι η διδασκαλία κάθε δασκάλου της Ανθρωπότητας, ανεξαρτήτως της Εποχής στην οποία έζησε. Σε κάθε εποχή, σε κάθε πολιτισμό, λίγο ή πολύ, εξυμνείται και επιβραβεύεται η τάση του ανθρώπου να κάνει το καλό, να αναπτύσσει αρετές και ηθικές αξίες. Έτσι, λοιπόν η αρετή είναι αιώνια και διαχρονική.
«Δε θέλω να μάθω τις διάφορες για το Θεό θεωρίες σας. Τι χρησιμεύει η συζήτηση όλων των λεπτών για τη ψυχή θεωριών σας; Να είστε καλοί και να κάνετε το καλό. Κι αυτό θα σας μεταφέρει προς την ελευθερία και σε οποιαδήποτε αλήθεια υπάρχει.»
«Πιστέψτε, όχι γιατί είναι η εθνική σας πίστη, γιατί αυτή ήταν η πίστη σας από τη γέννησή σας. Αλλά, περάστε το από τη λογική σας, κι όταν το έχετε αναλύσει και βρείτε ότι θα κάνει καλό στον ένα και σ’ όλους, πιστέψτε το, ζήστε γι’ αυτό και βοηθείστε κι άλλους να ζήσουν γι’ αυτό.»
Ο Βούδας επίσης ποτέ δεν ίδρυσε κάποια Θρησκεία, ποτέ δεν ενθάρρυνε να εξαρτώνται οι άνθρωποι από κάθε λογιών τσαρλατάνων δασκάλων, ποτέ δε μίλησε για κάποιον εξωτερικό Θεό που τιμωρεί και επιβραβεύει, που ρίχνει σε παραδείσους και κολάσεις τους ανθρώπους. Αυτό που υποστήριζε ο Βούδας κι αυτό που προέτρεπε τους μαθητές τους να κάνουν ήταν να πιστεύουν στον εαυτό τους και πως μόνο με τις δικές τους προσπάθειες, τη δική τους διάνοια και βούληση, θα μπορούσαν να απελευθερωθούν και να εξαγνιστούν. Τους προέτρεπε να μην πιστεύουν τυφλά στις γραφές μόνο και μόνο επειδή είναι στην παράδοσή τους, να μην πιστεύουν σε κάτι επειδή το πιστεύουν οι πολλοί, παρά μόνο σ’ αυτό που αφού το έχουν επεξεργαστεί και σκεφτεί ώριμα, ήταν σύμφωνο με την ανώτερη συνείδησή τους. Τους προέτρεπε να μην εξαρτώνται από τους άλλους, να αποκολληθούν από προκαταλήψεις και φανατισμούς, και να αποτελούν καταφυγή και νησί του εαυτού τους. Ούτε καν στον ίδιο το Βούδα μόνο και μόνο επειδή ήταν ένας Βούδας.
Η διδασκαλία του Βούδα κι η Ευγενής Οκταπλή Ατραπός δεν είναι μια τυφλή αποδοχή ή πίστη αλλά δράση και πραγμάτωση του Ιδανικού της Ελευθερίας, της Συμπόνιας και της Ευτυχίας στην καρδιά του ανθρώπου.
Ο Βούδας δεν θεωρητικολογούσε αλλά προέτρεπε τον καθένα ‘Έλα και δες.’
Τι ήταν όμως τελικά ο Βούδας; Ήταν Μύθος; Ήταν ιστορικό πρόσωπο; Ήταν άνθρωπος; Ήταν Θεός;
Σύμφωνα με τις βουδιστικές πηγές, αναφέρεται ότι ο Βούδας (που στην αρχή ονομάζονταν Σιντάρντα Γκωτάμα) γεννήθηκε το 563 π.Χ. στο Καπιλαβαστού της Ινδίας. Πατέρας του ήταν ο Σουντοντάνα, κυβερνήτης της φυλής των Σάνκχια και μητέρα του η Μάχαμάγια. Όταν η Μάχαμάγια γέννησε το Σιντάρτα, δέχτηκε την επίσκεψη πολλών αστρολόγων και σοφών, οι οποίοι θέλησαν να προμαντέψουν την τύχη του νεογέννητου. Οι πιο πολλοί συμφώνησαν ότι το παιδί δεν ήταν προορισμένο για κυβερνητικά αξιώματα αλλά ότι θα αποκτούσε τη Φώτιση, τη «Μπούντα». Ο Σουντοντάνα τότε ανησύχησε γιατί είχε άλλα σχέδια για το γιο του- ήθελε να τον κάνει αυτοκράτορα-διάδοχό του. Έτσι πήρε υπερπροστατευτικά μέτρα για να εμποδίσει το Σιντάρτα να δει τα 4 σημάδια που σύμφωνα με την προφητεία, θα τον ωθούσαν να απαρνηθεί τον κόσμο και το βασίλειο για την αναζήτηση της Αλήθειας και τη συνειδητοποίηση της πραγματικής ζωής.
Ο Σιντάρτα μεγάλωσε, λοιπόν, μέσα στα πλούτη, τις ανέσεις και τις ηδονές, χωρίς ποτέ να βγει από το βασίλειό του κι έτσι να γνωρίσει τα κακά και τις δυστυχίες του κόσμου. Παρόλες τις αυστηρές όμως προφυλάξεις του πατέρα του, το μοιραίο συνέβη σε μια έξοδο του Σιντάρτα από το βασίλειο που ήταν κλεισμένος, κι έτσι αντιμετώπισε σταδιακά τα 4 σημάδια: έναν γέρο, έναν άρρωστο, έναν νεκρό κι έναν άγιο - δηλαδή τα γηρατειά, την αρρώστια, το θάνατο και την προσπάθεια του φιλοσόφου να βρει μια λύση σ’ όλα αυτά. Η καρδιά του Σιντάρτα συγκλονίστηκε και συγκινήθηκε. Ο πόνος του ήταν μεγάλος όταν πληροφορήθηκε πως κανείς άνθρωπος δε μπορεί να ξεφύγει απ’ αυτές τις καταστάσεις.
"Πώς μπορώ να είμαι χαρούμενος, όταν γύρω μου υπάρχουν όντα που γερνούν, αρρωσταίνουν και πεθαίνουν;"
Έτσι μπρος στο πρόβλημα του ‘γιατί’ της ύπαρξης, του ‘γιατί’ του πόνου και χάρη στη συμπόνια του για τους ανθρώπους, απαρνήθηκε τα πλούτη και τις ηδονές του, εγκατέλειψε την οικογένειά του και το Βασίλειο και αφοσιώθηκε στην αναζήτηση της Αλήθειας.
Έγινε, λοιπόν, Σανυάσι δηλαδή μοναχός-ασκητής, και γυρνούσε από δάσκαλο σε δάσκαλο αλλά δεν έπαιρνε την απάντηση που ήθελε. Αναλώθηκε επί χρόνια σε αυστηρή πειθαρχία, σε διαλογισμούς, σε ασκήσεις αλλά μάταια. Όταν είδε ότι δεν κατάφερνε τίποτα του πέρασε από το μυαλό ο πειρασμός να τα αφήσει όλα αυτά και να ξαναγυρίσει στην παλιά ζωή του. Ο ίδιος όμως μετά το απόρριψε, λέγοντας ότι:
"Ο θάνατος είναι καλύτερος από μια ζωή φυτού μες την αμάθεια, είναι καλύτερα να πεθάνει κανείς στο πεδίο της μάχης παρά να ζει μια ζωή ηττημένου."
Συνέχισε τις ασκήσεις και τους διαλογισμούς του αλλά είχε εξασθενίσει τόσο πολύ, αφού έτρωγε μονάχα κάτι ρίζες και καρπούς, που κινδύνεψε να πεθάνει. Τον έσωσε η κόρη ενός βοσκού που περνούσε από κει και του πρόσφερε μια κούπα ρύζι να φάει. Ο Σιντάρτα το έφαγε, δυνάμωσε αμέσως και κατάλαβε πως οι ακραίες καταστάσεις δεν είναι ευεργετικές: ούτε η υπερβολική αυστηρότητα από τη μια αλλά ούτε κι οι υπερβολικές ηδονές από την άλλη οδηγούν στην Απελευθέρωση και στη Σοφία. Μονάχα η Ατραπός του Μέσου είναι σύμφωνη με την Ατραπό του Νόμου, του Δαρμάν.
Έτσι, δυναμωμένος πλέον, συνέχισε τους διαλογισμούς του. Αντιμετώπισε ένα πλήθος δοκιμασιών κι εμποδίων από το Μάρα, άρχοντα των επιθυμιών, του θανάτου κι εχθρού της αλήθειας (κάτι αντίστοιχο με το Διάβολο στον Χριστιανισμό). Ο Μάρα, συνοδευμένος από τις 3 κόρες του, τους πειρασμούς, κι ένα πλήθος κακοποιών δαιμόνων έκανε τα πάντα για να τρομάξει το Σιντάρτα αλλά αυτός σταθερός σαν βράχος δεν επηρεάστηκε καθόλου. Ξεπέρασε όλα τα εμπόδια και τους πειρασμούς που του έβαλε και τελικά κατάφερε να φωτιστεί κάτω από το δέντρο Βoddhi, το δέντρο της Σοφίας συμβολικά. Κι από Σιντάρτα έγινε Βούδας δηλ. ‘Φωτισμένος’.
Βλέπουμε λοιπόν ότι ο Βούδας δεν ήταν ούτε Θεός ούτε κάποια ενσάρκωση του. Ήταν μόνο ένα ανθρώπινο ον, που εξαιτίας της συμπόνιας του για τα όντα που υποφέρουν πέρασε όλες αυτές τις δυσκολίες και τις κακουχίες. Κατάκτησε την απελευθέρωση, τη Νιρβάνα, όχι για χάρη του αλλά για χάρη της ανθρωπότητας. Και μάλιστα βουδιστικές πηγές αναφέρουν ότι αρνήθηκε να μπει στη Νιρβάνα μέχρι να μπει κι ο τελευταίος άνθρωπος. Υπάρχει μεγαλύτερη θυσία απ’ αυτή;
Φωτισμένος πλέον ο Βούδας πραγματοποίησε την πρώτη του διδασκαλία στο Μπεναρές, στους 5 ασκητές με τους οποίους πέρασε ένα μέρος της αναζήτησής του παλαιότερα. Τους μίλησε για τις 4 μεγάλες αλήθειες που είχε ανακαλύψει.
H πρώτη από τις 4 Μεγάλες Αλήθειες είναι αυτή που αναφέρεται στο Ντούκχα, δηλαδή στον πόνο και στη συνειδητοποίηση του πόνου.
"Και να, Ω Μπίκου, η Ευγενής Αλήθεια για τον πόνο:
Η γέννηση είναι πόνος, τα γηρατειά είναι οδυνηρά
Η αρρώστεια είναι οδυνηρή, ο θάνατος είναι οδυνηρός,
Το άγχος, η στενοχώρια είναι οδυνηρά.
Η ένωση με το δυσάρεστο είναι οδυνηρή, ο αποχωρισμός από αυτά που αγαπάμε είναι οδυνηρός. Οδυνηρό είναι να μην αποκτούμε αυτά που επιθυμούμε."
H δεύτερη αναφέρεται στην αιτία του πόνου:
"Αυτό που μας οδηγεί στο να ξαναγεννιόμαστε είναι η δίψα, που συνοδεύεται από την προσκόλληση στην ευχαρίστηση, βρίσκοντας την ευχαρίστηση εδώ κι εκεί, είναι η δίψα της επιθυμίας, η δίψα της ύπαρξης, η δίψα της ανυπαρξίας."
Ίσως φαίνονται πεσιμιστικά αυτά που είπε ο Βούδας αλλά για να καταλάβουμε λίγο καλύτερα τις 2 πρώτες Αλήθειες, ας θυμηθούμε το Μύθο του Αδάμ και της Εύας. Ο Αδάμ κι η Εύα ζούσαν ευτυχισμένοι στον παράδεισο κοντά στο Θεό αλλά τελικά φάγανε το απαγορευμένο μήλο από το δέντρο της γνώσης κι έτσι ξέπεσαν απ’ το βασίλειο του πνεύματος στο βασίλειο της ύλης, έχασαν την αγνότητά τους, έχασαν εν μέρει την επαφή τους με το Θεό, άρχισαν να γνωρίζουν το καλό και το κακό και να επιλέγουν ανάμεσα σ’ αυτά, άρχισαν να πονάνε.
Παρόμοιους μύθους για τον άνθρωπο συναντάμε σ’ όλες σχεδόν τις μεγάλες Θρησκείες, όπως και στο Βουδισμό, όπου εν ολίγοις αφήνεται να εννοηθεί το εξής: Ότι ενώ οι άνθρωποι στην αρχή ζούσαν σύμφωνα με τη θεϊκή τους φύση, ήσαν αυτόφωτα, πνευματικά όντα, άρχισαν να επηρεάζονται και να έλκονται από την ύλη, μέχρι που τελικά ξέπεσαν και βουτήχτηκαν στην ύλη, μπήκαν σε σώματα ζώων κι άρχισαν να υπόκεινται στη γέννηση και στο θάνατο, στο νόμο της αιτιότητας (κάρμα). Έτσι το όλο πεπρωμένο του ανθρώπου, όλος ο στόχος του, όλος ο αγώνας του, είτε το ξέρει είτε όχι, είτε είναι συνειδητός αυτού είτε όχι, είναι να απελευθερωθεί από τα δεσμά και τη φυλακή της ύλης, μέσω της δικής του διάνοιας και δύναμης, μέσω των δικών του προσπαθειών. Ο αγώνας του ανθρώπου αποσκοπεί στη νίκη του Πνεύματος έναντι της ύλης, τη νίκη του Θεϊκού κι Αθάνατου μέρους του πάνω στο ζωικό και ενστικτώδες μέρος του, στην επιστροφή του στο πνευματικό βασίλειο, στην πρωταρχική πηγή του από όπου και προήλθε.
Πονάμε επειδή προσκολλόμαστε στην ύλη που είναι φυλακή για την πνευματική φύση μας. Πονάμε επειδή μάταια αναζητάμε την ευτυχία μας στην ύλη, αφού Ευτυχία είναι η ίδια πνευματική μας φύση. Μόνοι μας σκλαβωνόμαστε, αλυσοδενόμαστε και μόνοι μας απελευθερωνόμαστε. Μόνοι μας βάζουμε τα χέρια μας στα μάτια μας και μετά κλαίμε επειδή υπάρχει σκοτάδι. Έτσι τα λόγια του Βούδα δεν είναι απαισιόδοξα, πεσιμιστικά. Ο Βούδας γνωρίζοντας την αληθινή φύση του ή αν θέλετε, πιο σωστά, απελευθερωμένος από την άγνοια κι από τη λανθασμένη αντίληψη ενός ψεύτικου εαυτού, είναι σαν ένας γιατρός που βλέποντας την ασθένεια των ανθρώπων να ταυτίζονται με οτιδήποτε, έρχεται για να μας βοηθήσει να τη ξεπεράσουμε και να γιατρευτούμε. Η διδασκαλία του Βούδα είναι ρεαλιστική κι αντικειμενική. Δε μας τάζει παραδείσους ούτε μας φοβερίζει με κολάσεις κι αμαρτίες. Δεν είναι δόγμα, δεν είναι πίστη. Μας προσκαλεί στο να «ρθούμε και να δούμε» κι όχι στο «να έρθουμε και να πιστέψουμε». Μας δείχνει το Δρόμο αλλά εμείς είμαστε αυτοί που πρέπει να το βαδίσουμε.
Στις παραδοσιακές διδασκαλίες της Ανατολής και σε πολλές της Δύσης, ο άνθρωπος αποτελείται από 2 μέρη: ένα φθαρτό, μεταβλητό που υπόκειται στη γέννηση και το θάνατο μέρος, στους νόμους που διέπουν την ύλη, δηλ. την προσωπικότητά του, και σ’ ένα άφθαρτο, αιώνιο κι αθάνατο μέρος, δηλ. την αθάνατη ψυχή του ή πνεύμα αν το θέλετε.
Η Προσωπικότητα αποτελείται από τα εξής σώματα:
1. Αιθ/ικό: Είναι το φυσικό μας σώμα. Αποτελείται από φυσική ύλη γι’ αυτό και λέγεται ‘φυσικό’ και από τους αιθέρες που το μορφοποιούν και το σχηματοποιούν. Σε μια κιμωλία π.χ. η σκόνη είναι το φυσικό και οι αιθέρες είναι αυτοί που της δίνουν τη σχετική μορφή που έχει. Αν σπάσουν οι αιθέρες η κιμωλία γίνεται σκόνη. Όταν ένα σώμα πεθαίνει είναι αυτοί οι αιθέρες που σπάνε και αποσυντίθεται το υλικό σώμα.
2. Πρανικό (Ενεργειακό): Είναι η ζωτική ενέργειά μας που ξεχωρίζει ένα ζωντανό σώμα από ένα νεκρό σώμα.
3. Αστρικό (Συναισθηματικό): Είναι η έδρα των κατώτερων και υψηλότερων συγκινήσεών και συναισθημάτων μας. Στενά συνδεδεμένο με το Αιθ/κό μας σώμα και τις αισθήσεις μας είναι η έδρα των επιθυμιών και των ενστίκτων μας. Του αρέσει να νιώθει, να κραδαίνεται, να δέχεται τα ευχάριστα συναισθήματα και τις ηδονές και να αποφεύγει τα δυσάρεστα.
4. Κάμα- μάνας (Νους-Επιθυμιών ή συγκεκριμένος νους): Είναι ο συνηθισμένος μας, καθημερινός νους, ο υπολογιστικός νους, που στενά συνδεδεμένο με το Αστρικό λειτουργεί συχνά σαν υπηρέτης και εκτελεστής των επιθυμιών του.
ΑΘΑΝΑΤΗ ΨΥΧΗ Η΄ ΑΝΩΤΕΡΟ ΕΓΩ:
5. ΜΑΝΑΣ (αγνός νους): Είναι η αλτρουιστική Διάνοια στον Άνθρωπο. Σχετίζεται με τις αγνές κι ανιδιοτελείς σκέψεις κι ιδέες, με την Υπηρεσία στην Ανθρωπότητα. Είναι ο φωτισμένος νους που δε "βρέχεται" από τα νερά της ύλης κι από τις υλικές επιθυμίες.
6. ΒΟΥΔΙ: Είναι ο διαισθητικός φορέας όπου η Συνείδηση αντιλαμβάνεται τις Μεγάλες Αλήθειες άμεσα κι αυθόρμητα. Δεν υπάρχει δυαδισμός σε υποκείμενο κι αντικείμενο αλλά Ένωση με την Αλήθεια, χωρίς να λαμβάνει μέρος η λογική σκέψη.
7. ΑΤΜΑ (Πνεύμα ή καθαρή Βούληση): Είναι η κορυφή της ανθρώπινης εξέλιξης, ο θείος Σπινθήρας ο οποίος ενώνει τον Άνθρωπο με την Ουράνια καταγωγή του. Είναι η ρίζα της Δικαιοσύνης και του Καθήκοντος στον Άνθρωπο.
Οι διδασκαλίες, όπως και ο Βούδας, λένε να μην ταυτιζόμαστε με το σώμα μας. Δεν είμαστε το σώμα μας. Το σώμα μας είναι προορισμένο να γεννηθεί, να αρρωστήσει, να πεθάνει. Ο αληθινός Άνθρωπος δεν είναι το σώμα του, είναι αιώνιος, αθάνατος. Ταυτιζόμαστε με το σώμα μας γι’ αυτό και πονάμε ψυχολογικά όταν αρρωσταίνουμε ή όταν χτυπάει ή όταν χάνουμε κάποιο δικό μας συγγενικό πρόσωπο.
Ταυτιζόμαστε με την ενέργειά μας και συνεπώς δεσμευόμαστε απ’ αυτή. Όταν έχουμε ενέργεια και νιώθουμε καλά ξεκινάμε να κάνουμε τις δουλειές μας, τα καθήκοντά μας και όταν είμαστε πεσμένοι, όταν πέφτουν οι βιόρυθμοί μας τα αφήνουμε, τα αναβάλλουμε για μετά. Συνήθως πέφτουμε και σε κατάθλιψη, αν το παρατηρήσουμε.
Δεν είμαστε οι επιθυμίες μας λέει ο Βούδας. Ταυτιζόμαστε μ’ αυτές και γι’ αυτό πονάμε. Αν επιθυμώ κάτι και δεν το αποκτήσω, πονάω. Αν δεν επιθυμώ κάτι και το αποκτήσω, στενοχωριέμαι, μου είναι δυσάρεστο. Αν επιθυμώ κάτι και το αποκτήσω και δεθώ μαζί του, τότε θα πονέσω όταν το χάσω. Εμείς όμως ταυτιζόμαστε με τις επιθυμίες μας. Πασχίζουμε να τις ικανοποιήσουμε. Για τους περισσότερους μας η ευτυχία δεν είναι τίποτα άλλο από την εκπλήρωση των δεκάδων και λογιών επιθυμιών μας.
Δεν είμαστε λέει ούτε η χαρά ούτε η λύπη που νιώθουμε. Χαρά και λύπη είναι οι δυο όψεις του ίδιου νομίσματος, όπου βρούμε τη μια θα βρούμε και την άλλη.
Δεν είμαστε οι σκέψεις μας, οι ιδέες μας, οι πεποιθήσεις μας όσο μεγάλες κι αν είναι. Όλα αυτά είναι μεταβλητά, εφήμερα, αλλάζουν διαρκώς. Δεν έχουμε τις ίδιες σκέψεις μ’ αυτές που είχαμε όταν ήμασταν δέκα χρονών κι ούτε θα χούμε πιθανώς τις ίδιες ακριβώς μετά από δέκα χρόνια.
Ταυτιζόμαστε όμως μ’ αυτές, τις θεωρούμε ως αληθινές κι είμαστε έτοιμοι να συγκρουστούμε με τον καθένα που διαφωνεί με τις απόψεις μας. Είμαστε φανατικοί και προκαταλελημένοι και οι συγκρούσεις και οι πόλεμοι που γίνονται το αποδεικνύουν αυτό. Ειδικά στα θέματα Θρησκείας, όπου κάθε Θρησκεία πιστεύει πως αυτή κατέχει ολόκληρη την αλήθεια κι ότι οι άλλες είναι άχρηστες, ψεύτικες.
Ταυτιζόμαστε με τις σκέψεις μας. Μας έρχεται στο νου μια τυχαία, ηλίθια σκέψη, κακή σκέψη, καταθλιπτική και εμείς ταυτιζόμαστε μαζί της και πονάμε. Γιατί να είμαι υποχρεωμένος να υποστώ μια σκέψη που δεν θέλω να κάνω; Γιατί είμαι υποχρεωμένος να υποστώ τα δυσάρεστα συναισθήματά μου, που έρχονται και φεύγουν σαν τον άνεμο; Κάθε σκέψη, κάθε συναίσθημα, κάθε επιθυμία λέει "Εγώ είμαι ο εαυτός σου" και συχνά αντικρούεται με άλλες σκέψεις, μ’ άλλα εγώ. Κάθε σώμα της προσωπικότητας παριστάνεται ως τον εαυτό μας και αναλαμβάνει από μόνο του να κάνει τα δικά του. Το αιθ/ικό θα θέλει να τεμπελιάσει, να ξεκουραστεί όταν έχεις κάποια εργασία να κάνεις. Το πρανικό θα ισχυριστεί ότι δεν έχει ενέργεια, ότι είσαι κουρασμένος. Το αστρικό θα θέλει να ικανοποιήσεις κάθε του επιθυμία, κάθε λαχτάρα των αισθήσεων. Πολλές είναι οι φορές που παρασέρνει το νου στην ικανοποίησή του, σε αντίθεση με τη λογική, το καθήκον, τις ηθικές αξίες του ατόμου. Πολλές είναι οι φορές που χάνουμε τα λογικά μας, την κρίση μας όταν είμαστε θυμωμένοι. Πολλές είναι οι φορές που άλλα σκεφτόμαστε, άλλα νιώθουμε κι άλλα κάνουμε.
Αν ρίξουμε μια ματιά μέσα μας κι είμαστε ειλικρινείς θα δούμε ότι υπάρχει μεγάλη δυσαρμονία και σύγκρουση μέσα μας. Μέσα σ’ όλα αυτά εμείς που είμαστε; Ποιο είναι το αληθινό Εγώ μας; Ποιοι είμαστε; Μπορούμε να γίνουμε κύριοι τη προσωπικότητάς μας ή είμαστε καταδικασμένοι να είμαστε έρμαιο όλων αυτών που αναφέραμε?
Eίμαστε ευτυχισμένοι πραγματικά; Ζούμε αληθινά; Όλοι θέλουμε να είμαστε ευτυχισμένοι αλλά απ’ ότι φαίνεται δε ξέρουμε πώς να γίνουμε ευτυχισμένοι γι’ αυτό και πονάμε και γινόμαστε εγωιστές. Αναζητούμε την ευτυχία σε δευτερεύοντα κι ανούσια πράγματα όπως το να αποκτήσουμε όνομα, φήμη, δόξα, πλούτη, αμάξια, σπίτια κλπ. και το αποτέλεσμα είναι ο πόνος.
Ο Βούδας λέει: «Ο πόνος είναι φορέας συνείδησης». Αλήθεια, τι είναι ο πόνος; Αν πάρει καταλάθως το σώμα μου φωτιά, τότε νιώθω πόνο κι αμέσως τραβιέμαι μακριά από τη φωτιά. Ο πόνος που ένιωσα σ’ αυτή την περίπτωση με έσωσε. Άρα ο πόνος είναι καλός ή κακός; Ό Βούδας, λοιπόν, εννοεί ότι ο πόνος είναι αυτός που μας ειδοποιεί όταν παρεκκλίνουμε από το δρόμο μας, που μας κάνει να σκεφτούμε και να αναλογιστούμε πάνω σ’ αυτά που δεν κάνουμε καλά, να φιλοσοφήσουμε τη Ζωή και το νόημά της, έτσι ώστε να βελτιωθούμε και να ξαναπάρουμε το σωστό μονοπάτι.
Η Τρίτη μεγάλη Αλήθεια αναφέρεται στην εξάλειψη του πόνου, δηλ. στην εξάλειψη των επιθυμιών και των παθών, του μίσους, του σφάλματος και της άγνοιας της αληθινής μας φύσης.
Λέει άγνοια της αληθινής μας φύσης. Λέμε ότι ο Βούδας φωτίστηκε, γνώρισε τη Μεγάλη Αλήθεια, τη Νιρβάνα, την υπέρτατη Πραγματικότητα. Τι εννοούμε τώρα μ’ αυτά;
Στην Ανατολή υπάρχει η θεωρία της Μάγια που σημαίνει πλάνη κι αναφέρεται στην απατηλότητα του κόσμου, ότι δηλαδή όλος ο φαινομενικός, υλικός κόσμος, ορατός κι αόρατος είναι ψεύτικος, προσωρινός, μεταβλητός, φθαρτός. Λέγεται ότι με τις φυσικές μας αισθήσεις δε μπορούμε να γνωρίσουμε τα πράγματα και τα όντα αυτά καθαυτά στην ουσία τους, να διεισδύσουμε στον πυρήνα τους. Το μόνο που μπορούμε να αντιληφθούμε με τις αισθήσεις μας είναι το υλικό, μορφικό, εξωτερικό μέρος τους. Η Υπέρτατη Πραγματικότητα αναφέρεται στο ότι όλα τα όντα στην ουσία τους είναι ένα μεταξύ τους κι ένα με τη ουσία του Θεού από τον οποίο προήλθαν. Δηλ. κατά μια έννοια τα πάντα είναι Θεός. Έτσι σαν πνευματικά όντα είμαστε ένα μεταξύ μας αλλά σαν σώματα, σαν προσωπικότητες, σαν Γιώργος, Μαρία, σαν Έλληνας ή Γερμανός, σαν Χριστιανός ή σαν Βουδιστής ή σαν Μουσουλμάνος, διαφέρουμε.
Έτσι όλες οι δυστυχίες, τα κακά, οι εγωισμοί, οι πόλεμοι κλπ, προέρχονται απ’ το γεγονός ότι έχουμε άγνοια της αληθινής μας φύσης, της ενότητάς μας. Επειδή νομίζουμε ότι είμαστε χωριστά όντα, ξεκομμένος ο καθένας από τον άλλο κι ο καθένας αναλώνεται στις δικές του ιδιαίτερες, εγωιστικές επιθυμίες, στις δικές του χαρές και λύπες, αδιαφορώντας παντελώς για τους άλλους.
Όταν ο Βούδας φωτίστηκε, θυμήθηκε όλες τις προηγούμενες ζωές του, πόσες χιλιάδες φορές είχε γεννηθεί κι είχε πεθάνει, ότι στη μια ήταν πλούσιος-στην άλλη φτωχός, τη μια ήταν στο απόγειο της ευτυχίας και την άλλη σε βάσανα και δυστυχίες. Είδε τα αποτελέσματα των πράξεών του, καλά και κακά, και πόσο το δέσμευαν και τον ανάγκαζαν να ξαναγεννηθεί ξανά και ξανά μέχρι να απελευθερωθεί τελικά απ’ αυτά.
Να σημειώσουμε ότι στην Ανατολή πιστεύουν στο Νόμο του Κάρμα και της Μετενσάρκωσης. Τι μας λέει η θεωρεία του Κάρμα;
Είναι αυτό που έλεγε στο Μάτριξ, ο Μορφέας στο Νιο: Δράση και αντίδραση, αιτία και αποτέλεσμα. Κάθε δράση που κάνουμε προς μια ορισμένη κατεύθυνση, παράγει μια αντίδραση, έναν καρπό, ένα αποτέλεσμα που ξαναγυρνάει σε μας με την ίδια ένταση και βαθμό. Έτσι γενικά και χοντροκομμένα, αν κάνω μια καλή πράξη θα πάθω κάτι καλό ή αν κάνω μια κακή πράξη θα μου ξαναγυρίσει με κάποια άλλη ίσως μορφή. Κάτι σαν μπούμερανγκ! Έτσι ο άνθρωπος είναι δέσμιος των πράξεων του και υπεύθυνος για τις συνέπειές τους.
Η θεωρία της Μετενσάρκωσης είναι συμπληρωματική αυτής του Κάρμα. Σύμφωνα μ’ αυτήν οι ψυχές πεθαίνουν και ξαναενσαρκώνονται χιλιάδες φορές, ανά τους αιώνες, στον υλικό κόσμο, στο μεγάλο σχολείο της Ζωής, προκειμένου να πάρουν τις εμπειρίες και τα μαθήματα που τους χρειάζονται, να δοκιμαστούν και να δοκιμάσουν, και μέσω της Σοφίας που θα αποκτήσουν και των προσπαθειών τους να μπορέσουν να απελευθερωθούν απ' τα δεσμά της ύλης και του φαινομενικού κόσμου, από τις αυταπάτες τους και να ξαναεπιστρέψουν στη θεϊκή πηγή τους.
Κάθε δράση θα φέρει τον καρπό της αργά ή γρήγορα, σ’ αυτήν ή στις επόμενες ζωές και συνεπώς το άτομο δε γλιτώνει από τις συνέπειες των πράξεών του. Το Κάρμα και η Μετενσάρκωση μπορούν να εξηγήσουν τη φαινομενική αδικία που υπάρχει στον κόσμο. Αν κάνω μια αδικία θα υποστώ τις συνέπειές της σ’ αυτήν ή στις επόμενες ζωές. Αν ήδη υφίσταμαι μια ανεξήγητη αδικία, που μου ήρθε ξαφνικά από το πουθενά ή έχω διάφορα βάσανα, είναι επειδή εισπράττω τα αποτελέσματα από προηγούμενες ζωές. Έτσι ο νόμος του Κάρμα αν και δεν είναι ο ίδιος ηθικός, καταλήγει όμως στην ηθική αφού μας διδάσκει: ‘Να μην κάνουμε στους άλλους αυτό που δεν θέλουμε να μας κάνουν.’
Έτσι ο Βούδας όταν είδε πόσο μάταια ήταν αυτά, πόσο αλυσοδένουν και σκλαβώνουν τον πραγματικό Άνθρωπο, μίλησε για τη τέταρτη μεγάλη αλήθεια, για την ατραπό που οδηγεί στην εξάλειψη του πόνου, την Απελευθέρωση, που είναι η Μέση Οδός (επειδή αποφεύγει τα άκρα όπως αναφέραμε) ή Ευγενή Οκταπλή Ατραπός, η οποία αποτελείται από τα εξής σκαλοπάτια:
1. Ορθές αντιλήψεις
2. Ορθές αποφάσεις
3. Ορθές ομιλίες
4. Ορθή συμπεριφορά
5. Ορθά μέσα ζωής
6. Ορθή προσπάθεια
7. Ορθή σκέψη (Προσοχή)
8. Ορθή συγκέντρωση
Αυτοί οι 8 παράγοντες έχουν ως στόχο να ενισχύσουν και να τελειοποιήσουν τα 3 βασικά σημεία της βουδιστικής Μαθητείας και Πειθαρχίας: α) Ηθική συμπεριφορά β) Νοητική Πειθαρχία και γ) Σοφία.
Αντί όμως να εξηγήσουμε αναλυτικά το κάθε στάδιο, κάτι το οποίο θα μας πάρει αρκετό χρόνο, ας δούμε μερικές από τις συμβουλές που ο ίδιος ο Βούδας έδωσε στους μαθητές του:
«Όλες οι (νοητικές) καταστάσεις είναι αποτέλεσμα των όσων έχουμε σκεφτεί. Ο νους είναι ο κύριός τους κι αυτές δημιουργούνται από το νου. Ο άνθρωπος που μιλά ή δρα με νου που δεν είναι καθαρός, ακολουθείται από τον πόνο, όπως ακριβώς ο τροχός της άμαξας ακολουθεί την οπλή του βοδιού που τη σέρνει. Ο άνθρωπος που μιλά ή δρα με καθαρό νου, τον ακολουθεί η ευδαιμονία, σαν μια σκιά που ακολουθεί τον άνθρωπο και ποτέ δεν τον εγκαταλείπει».
«Με πρόσβαλλε, με χτύπησε, με μείωσε, με έκλεψε» Σ’ αυτούς που κάνουν τέτοιες σκέψεις το μίσος ποτέ δε θα πάψει.»
«Σ’ αυτόν τον κόσμο το μίσος δεν παύει ποτέ με μίσος. Το μίσος παύει μόνο με την Αγάπη. Αυτός είναι ένας αιώνιος νόμος».
«Δε θα έπρεπε κανείς να κοιτάζει τα λάθη των άλλων, τι έκαναν και τι δεν έκαναν, αλλά μάλλον να βλέπει τι έκανε και τι δεν έκανε ο ίδιος.»
«Κακιά πράξη είναι αυτή που φέρνει τύψεις και που ο καρπός της συλλέγεται με θλίψη.»
«Σαν το βράχο τον ατάραχο μέσα στην καταιγίδα, έτσι ο σοφός μένει ατάραχος στον έπαινο και στην επίκριση.»
«Λίγοι άνθρωποι φτάνουν στην απέναντι όχθη. Οι υπόλοιποι απλώς τρέχουν πάνω κάτω σ’ αυτήν την πλευρά της στεριάς.»
«Ακόμα κι αν κάποιος τύχει να νικήσει χίλιους εχθρούς σε χίλιες μάχες, εκείνος που θα νικήσει τον εαυτό του είναι ο μεγαλύτερος κατακτητής».
«Μόνος του ο άνθρωπος κάνει το κακό. Μόνος του μολύνεται. Μόνος του ο άνθρωπος αποφεύγει το κακό. Μόνος του εξαγνίζεται. Η αγνότητα και η μη αγνότητα εξαρτώνται από τον εαυτό. Κανένας δε μπορεί να εξαγνίσει τον άλλο.»
«Ας ζούμε χαρούμενα ανάμεσα σ’ αυτούς που μισούν, χωρίς να μισούμε. Ας είμαστε απαλλαγμένοι από το μίσος ανάμεσα σ’ αυτούς που μισούν.»
«Αυτός που συγκρατείται και δεν οργίζεται σαν τον αμαξηλάτη που οδηγεί μια γρήγορη άμαξα, είναι αληθινά οδηγός. Οι άλλοι απλώς βαστούν τα ηνία.»
Με βάση όλα τα παραπάνω που διαβάσαμε, βλέπουμε λοιπόν, ότι η διδασκαλία του Βούδα δεν απευθύνονταν μόνο στην εποχή στην οποία έζησε αλλά είναι διαχρονική, όπως εξίσου διαχρονική είναι και η διδασκαλία του Χριστού όταν μας λέει να ‘Αγαπάμε αλλήλους’, όπως εξίσου διαχρονική είναι η διδασκαλία κάθε δασκάλου της Ανθρωπότητας, ανεξαρτήτως της Εποχής στην οποία έζησε. Σε κάθε εποχή, σε κάθε πολιτισμό, λίγο ή πολύ, εξυμνείται και επιβραβεύεται η τάση του ανθρώπου να κάνει το καλό, να αναπτύσσει αρετές και ηθικές αξίες. Έτσι, λοιπόν η αρετή είναι αιώνια και διαχρονική.
«Δε θέλω να μάθω τις διάφορες για το Θεό θεωρίες σας. Τι χρησιμεύει η συζήτηση όλων των λεπτών για τη ψυχή θεωριών σας; Να είστε καλοί και να κάνετε το καλό. Κι αυτό θα σας μεταφέρει προς την ελευθερία και σε οποιαδήποτε αλήθεια υπάρχει.»
«Πιστέψτε, όχι γιατί είναι η εθνική σας πίστη, γιατί αυτή ήταν η πίστη σας από τη γέννησή σας. Αλλά, περάστε το από τη λογική σας, κι όταν το έχετε αναλύσει και βρείτε ότι θα κάνει καλό στον ένα και σ’ όλους, πιστέψτε το, ζήστε γι’ αυτό και βοηθείστε κι άλλους να ζήσουν γι’ αυτό.»
Ο Βούδας επίσης ποτέ δεν ίδρυσε κάποια Θρησκεία, ποτέ δεν ενθάρρυνε να εξαρτώνται οι άνθρωποι από κάθε λογιών τσαρλατάνων δασκάλων, ποτέ δε μίλησε για κάποιον εξωτερικό Θεό που τιμωρεί και επιβραβεύει, που ρίχνει σε παραδείσους και κολάσεις τους ανθρώπους. Αυτό που υποστήριζε ο Βούδας κι αυτό που προέτρεπε τους μαθητές τους να κάνουν ήταν να πιστεύουν στον εαυτό τους και πως μόνο με τις δικές τους προσπάθειες, τη δική τους διάνοια και βούληση, θα μπορούσαν να απελευθερωθούν και να εξαγνιστούν. Τους προέτρεπε να μην πιστεύουν τυφλά στις γραφές μόνο και μόνο επειδή είναι στην παράδοσή τους, να μην πιστεύουν σε κάτι επειδή το πιστεύουν οι πολλοί, παρά μόνο σ’ αυτό που αφού το έχουν επεξεργαστεί και σκεφτεί ώριμα, ήταν σύμφωνο με την ανώτερη συνείδησή τους. Τους προέτρεπε να μην εξαρτώνται από τους άλλους, να αποκολληθούν από προκαταλήψεις και φανατισμούς, και να αποτελούν καταφυγή και νησί του εαυτού τους. Ούτε καν στον ίδιο το Βούδα μόνο και μόνο επειδή ήταν ένας Βούδας.
Η διδασκαλία του Βούδα κι η Ευγενής Οκταπλή Ατραπός δεν είναι μια τυφλή αποδοχή ή πίστη αλλά δράση και πραγμάτωση του Ιδανικού της Ελευθερίας, της Συμπόνιας και της Ευτυχίας στην καρδιά του ανθρώπου.
Ο Βούδας δεν θεωρητικολογούσε αλλά προέτρεπε τον καθένα ‘Έλα και δες.’
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου